Από το αφιέρωμα της εφημερίδας Washington Post για την χρηματιστικοποίηση, 19 Απριλίου 2016, με την ευκαιρία των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ.
Η χρηματιστικοποίηση είναι μια περίεργη λέξη, αλλά αποδίδει μια εξέχουσα πτυχή του σύγχρονου καπιταλισμού: Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, ο χρηματοπιστωτικός τομέας έχει εξελιχθεί με αξιοσημείωτο τρόπο, σε βαθμό που κυριαρχεί στις οικονομίες.
Σύμφωνα με μια άποψη, η κυριαρχία των χρηματοπιστωτικών αγορών είναι αποτέλεσμα κυβερνητικής πολιτικής. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι στις ΗΠΑ, τη χώρα που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα χρηματιστικοποίησης, η απορρύθμιση της αγοράς από την κυβέρνηση έχει ευνοήσει την Γουόλ Στριτ. Ωστόσο, ένα φαινόμενο όπως η χρηματιστικοποίηση που παρατηρείται ευρύτατα διεθνώς, απαιτεί μια πληρέστερη ερμηνεία. Είναι πιθανότερο η κυβερνητική πολιτική να έχει ευνοήσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές, επειδή ακριβώς οι βαθύτερες τάσεις στην οικονομία και την κοινωνία έχουν ήδη καταστήσει την χρηματιστικοποίηση μια υποκείμενη πραγματικότητα.
Η χρηματιστικοποίηση καλύτερα κατανοητή ως μια μεγάλη ιστορική αλλαγή στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, η οποία ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970 και εκτυλίσσεται εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Έχει τις ρίζες της σε σημαντικές αλλαγές στην τεχνολογία και στις εργασιακές συνθήκες. Ειδικότερα, υπήρξε μια επανάσταση στο χώρο των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής, η οποία, για λόγους που δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητοί, δεν κατάφερε να δημιουργήσει σταθερή αύξηση της παραγωγικότητας. Παράλληλα, η εργασία έχει γίνει εντατικότερη και πιο επισφαλής, ενώ η εισοδηματική ανισότητα έχει εκτιναχθεί. Στο πλαίσιο αυτό, η σφαίρα της παραγωγής στις ανεπτυγμένες οικονομίες έχει επιδείξει αργούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ ο χρηματοπιστωτικός τομέας έχει διογκωθεί. Αυτή η ανισορροπία σηματοδοτεί τον σύγχρονο καπιταλισμό.
Αυτές οι βασικές αλλαγές έχουν οδηγήσει σε τρεις χαρακτηριστικές τάσεις, οι οποίες σηματοδοτούν ένα χρηματιστικοποιημένο τοπίο. Και οι τρεις απαντώνται ξεκάθαρα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Πρώτον, οι μεγάλες μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως για παράδειγμα οι μεγάλες εταιρείες πετρελαίου και αυτοκινήτων, έχουν "χρηματιστικοποιηθεί", δηλαδή αντλούν σημαντικά κέρδη από χρηματοοικονομικές δραστηριότητες, ενώ ανεξαρτητοποιούνται όλο και περισσότερο από τις τράπεζες, δεδομένου ότι συνήθως έχουν άφθονους πόρους για τη χρηματοδότηση των επενδύσεών τους. Σε αντίθεση με ότι συχνά φαντάζονται πολλοί, η χρηματιστικοποίηση του σύγχρονου καπιταλισμού δεν σημαίνει ότι οι μεγάλες τράπεζες είναι σε θέση να υπαγορεύουν όρους στις μεγάλες επιχειρήσεις. Σημαίνει μάλλον ότι οι μεγάλες τράπεζες και οι μεγάλες επιχειρήσεις επιδίδονται όλο και περισσότερο σε χρηματοοικονομικές δραστηριότητες, χωρίς όμως να κυριαρχούν η μία στην άλλη.
Δεύτερον, για το λόγο αυτό οι μεγάλες τράπεζες έχουν αλλάξει σε ένα βαθμό τον τρόπο που αναζητούν κέρδη: Αντί του δανεισμού χρημάτων και της παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, προτιμούν να συναλλάσσονται στις χρηματοπιστωτικές αγορές, καθώς και με μεμονωμένα άτομα και νοικοκυριά.
Τρίτον, τέλος, τα νοικοκυριά έχουν κι αυτά «χρηματιστικοποιηθεί» καθώς η έκθεσή τους στα επίσημα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα - τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, άλλες εταιρείες χρηματοδότησης - για δανεισμό, αποταμίευση, συντάξεις, ασφάλιση, και ούτω καθεξής, έχει αυξηθεί σε βαθμό πρωτοφανή. Το ατομικό εισόδημα είναι πλέον μια σημαντική πηγή κέρδους για τις τράπεζες.
Η ιστορική φύση αυτού του μετασχηματισμού αντανακλάται στην αξιοσημείωτη αύξηση των χρηματοοικονομικών κερδών κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει τα κέρδη των επίσημων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ως ποσοστό του συνολικού εγχώριου κέρδους στις ΗΠΑ μεταξύ 1955 και 2015. Το εγχώριο κέρδος περιλαμβάνει ουσιαστικά το σύνολο των εταιρικών κερδών των εγχώριων βιομηχανιών. Το ποσοστό αυτό είναι στην πραγματικότητα υποτιμημένο, καθώς δεν περιλαμβάνει τα μπόνους που καταβάλλονται σε στελέχη χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οικονομικά κέρδη των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων και ούτω καθεξής. Είναι, ωστόσο, αποκαλυπτικό.
Ο πίνακας δείχνει ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980, τα χρηματιστικά κέρδη αποτελούσαν ένα αρκετά σταθερό ποσοστό των συνολικών κερδών. Η στροφή προς την χρηματιστικοποίηση ξεκίνησε στη δεκαετία του 1970, και η έξαρσή της σημειώθηκε από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως τις αρχές του 2000. Κατά τη διάρκεια αυτών των δύο δεκαετιών το ποσοστό του χρηματιστικού κέρδος στα συνολικά κέρδη εκτινάχθηκε.
Κατά την περίοδο αυτή κυριαρχούν οικονομικές φούσκες, κάθε μία από τις οποίες τελειώνει συνήθως με μια οικονομική κρίση που χαρακτηρίζεται από πτωτικά κέρδη, όπως η κρίση «Αποταμιεύσεων και Δανείων» στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η ανοδική τάση συνεχίστηκε αμέσως μετά.
Η έντονη αστάθεια της περιόδου της χρηματιστικοποίησης δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη. Η χρηματιστικοποιημένη οικονομία είναι σχετικά αποκομμένη από την παραγωγή, και όταν της δίνεται επαρκές πεδίο, τείνει να δημιουργεί τεράστιους όγκους δανείων και χρεών (ή αντιθετικών υποχρεώσεων) οι οποίοι έχουν αμυδρή σχέση και μόνο με τις παραγωγικές διαδικασίες που δημιουργούν την πραγματική αξία. Το συχνότερο αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι η τελική κατάρρευση.
Η σημαντικότερη κρίση μέχρι σήμερα σημειώθηκε το 2007-9 ως επακόλουθο της φούσκας των ακινήτων της δεκαετίας του 2000 που επέφερε τεράστια αύξηση του χρέους των νοικοκυριών. Η κρίση χαρακτηρίστηκε από μια καταστροφική πτώση των χρηματοπιστωτικών κερδών, όπως δείχνει ο πίνακας. Η ανάκαμψη των κερδών ήταν απότομη, αλλά από το 2009 και μετά, το ποσοστό των χρηματοοικονομικών κερδών παρουσιάζει ήπια πτωτική τάση. Το συντριπτικό βάρος των χρεών της προηγούμενης φούσκας φαίνεται να έχει βάλει φρένο στην χρηματιστικοποίηση, ενώ η οικονομία των ΗΠΑ φαίνεται να έχει κολλήσει στη «νέα κανονικότητα» της στασιμότητας.
Ο δρόμος που θα πάρουν τώρα οι ΗΠΑ θα προσδιορίσει και την κατεύθυνση των άλλων χωρών. Οι ΗΠΑ έχουν μια ιστορική ευκαιρία να βγουν από το αδιέξοδο μέσω της "αποχρηματιστικοποίησης", δηλαδή τη διαδικασία επανεξισορρόπησης της οικονομίας υπέρ της σφαίρας της παραγωγής σε σχέση με τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Για να συμβεί αυτό, δεν αρκεί απλώς να ρυθμιστεί η Γουόλ Στριτ. Θα χρειαστεί συντονισμένη δημόσια πολιτική, η οποία θα αντιμετωπίσει τις θεμελιώδεις τάσεις της χρηματιστικοποίησης. Μια τέτοια πολιτική θα ενθαρρύνει τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις να αυξήσουν τις επενδύσεις τους σε παραγωγικές δραστηριότητες αντί των χρηματιστικών, θα ανακατευθύνει τις τράπεζες προς τη στήριξη του παραγωγικού τομέα της οικονομίας, και θα μειώσει την εξάρτηση των νοικοκυριών από τα πολύπλοκα χρηματοπιστωτικά μέσα. Κανένα από αυτά τα βήματα δεν είναι εύκολο και όλα θα επιφέρουν βαθιές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ζουν, εργάζονται και σπουδάζουν. Αλλά η πρόκληση αξίζει τον κόπο.