Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

Το ελληνικό αναπτυξιακό αδιέξοδο


Πειθάρχησε πλήρως η Ελλάδα στην πολιτική της τρόικα για να κρατηθεί στο ευρώ. Αυτό αποφάσισε η τρικομματική κυβέρνηση, παρά τις προεκλογικές της εξαγγελίες για ‘επαναδιαπραγματεύσεις’, ‘απαγκιστρώσεις’ και τα παρόμοια. Ικανοποιημένη δείχνει και η τρόικα, αφού εγγυήθηκε τη χρηματοδότηση για το επόμενο διάστημα, αρκεί να τηρηθούν απαρέγκλιτα οι όροι των Μνημονίων. 

Τι σημαίνει αυτό για την ανάπτυξη;

Θα ξεκινησω με τρία απλά σημεία που περιγράφουν το αναπτυξιακό πρόβλημα της Ελλάδας.

Αποβιομηχάνιση και υπερδιόγκωση των υπηρεσιών: Μετά την είσοδό της στην ΕΕ, η Ελλάδα μπήκε σε διαδικασία αποβιομηχάνισης και σχετικής συρρίκνωσης του δευτερογενούς τομέα. Παράλληλα, η συμβολή του αγροτικού τομέα στο ΑΕΠ περιορίστηκε δραστικά. Η οικονομία κυριαρχείται πλέον από τον υπερδιογκωμένο τομέα των υπηρεσιών που έχει χαμηλή παραγωγικότητα, χαμηλή ανταγωνιστικότητα και μικρή δυνατότητα εξαγωγών. Χαρακτηρίζεται δε από μεγάλο όγκο μικρομεσαίων επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων. 

Αδύναμο και αναποτελεσματικό κράτος: Ο κρατικός μηχανισμός είναι αναποτελεσματικός και πάσχει από διαφθορά, ενώ το κράτος πρόνοιας είναι εύθραυστο και περιορισμένο. Καίριο ρόλο στην διαφθορά έπαιξαν οι εισροές από την ΕΕ, οι οποίες ενθάρρυναν την ‘αναζήτηση προσόδου’ από το μεγάλο κεφάλαιο. Η διαφθορά εξαπλώθηκε ευθέως με τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος και εμμέσως με την αποφυγή των φόρων. Το κράτος πήρε τον χαρακτήρα διαπλεκόμενων ομάδων συμφερόντων, με άμεση πρόσδεση στα πολιτικά κόμματα. 


Προβληματική ένταξη στην παγκόσμια αγορά: Η στρεβλή διάρθρωση του ΑΕΠ, με αδύναμη παρουσία του δευτερογενούς τομέα και χαμηλή δυνατότητα εξαγωγών, συνέβαλε στη συστηματική απώλεια ανταγωνιστικότητας εντός της ΟΝΕ που οδήγησε στο τεράστιο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Ο δυσλειτουργικός δημόσιος τομέας δεν είναι η κύρια αδυναμία της ελληνικής οικονομίας, αλλά αντανακλά την υπερδιόγκωση του τομέα των υπηρεσιών και την προσοδοθηρία εντός της ΕΕ. 


Η ‘Συναίνεση της Ουάσινγκτον’ και η αναπτυξιακή πολιτική της τρόικα


Τα Μνημόνια που έχουν υπογράψει οι ελληνικές κυβερνήσεις από το 2010 έχουν δυο πλευρές.

Η πρώτη είναι αυτή της δημοσιονομικής σταθεροποίησης, δηλαδή της αυστηρής λιτότητας, ώστε να πάψει να αυξάνεται το δημόσιο χρέος και να αρχίσει σταδιακά η αποπληρωμή του. Η σταθεροποίηση μέσω της λιτότητας προκάλεσε βαθύτατη ύφεση το 2010-13, που σωρευτικά θα πλησιάσει το 25% του ΑΕΠ και θα φέρει την ανεργία στο 30%, ενώ παράλληλα έθεσε το δημόσιο χρέος εκτός ελέγχου. Δεν θα τη συζητήσω περισσότερο όμως αυτήν την πλευρά, καθώς θέλω να εστιάσω στη δεύτερη πλευρά, αυτήν της ανάπτυξης.

Είναι χαρακτηριστικό της αναπτυξιακής πλευράς των Μνημονίων ότι δεν παρέχουν συνολικό σχέδιο για την αναγκαία αναδιάρθρωση των τομέων της ελληνικής οικονομίας. Η έλλειψη σχεδίου δεν είναι τυχαία, αλλά είναι απόρροια της αναπτυξιακής λογικής των Μνημονίων. Η λογική αυτή πηγάζει από τη λεγόμενη ‘Συναίνεση της Ουάσινγκτον’ που σφράγισε τις παρεμβάσεις του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στον αναπτυσσόμενο κόσμο από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και βρίσκεται και στην καρδιά της ΕΕ. 

Η ΄Συναίνεση της Ουάσινγκτον’ διατείνεται ότι η ανάπτυξη θα προκύψει από την ελεύθερη και απρόσκοπτη λειτουργία των αγορών και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Το κύριο μέλημα της κυβερνητικής πολιτικής πρέπει να είναι η άρση των υποτιθέμενων προσκομμάτων και δυσλειτουργιών των αγορών, ώστε οι τιμές να διαμορφώνονται σωστά και η ιδιωτική πρωτοβουλία να δημιουργεί νέα πεδία οικονομικής δραστηριότητας, όπως αυτή κρίνει. Συνεπώς, δεν χρειάζεται συνολικό σχέδιο ανάπτυξης. Αυτό που χρειάζεται είναι να περιοριστεί το κράτος και να αφεθούν ελεύθεροι οι ‘δημιουργοί του πλούτου’.

Τα πρώτα υποτιθέμενα προσκόμματα εντοπίζονται φυσικά στην αγορά εργασίας. Συνεπώς οι κύριοι στόχοι των Μνημονίων ήταν εξαρχής:
η συντριβή του εργατικού κόστους, 

η κατάλυση των συλλογικών συμβάσεων, 

ή άρση των κανόνων προστασίας της εργασίας 

η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας. 

Η αύξηση της ανεργίας είναι φυσικό επακόλουθο, αλλά και στόχος της πολιτικής αυτής, καθώς κάνει την αγορά εργασίας πιο ‘μαλακή’. Ποιός θα τολμήσει να απεργήσει όταν η ανεργία ξεπερνάει το 27%; Τα εργασιακά μέτρα είναι ακόμη σκληρότερα λόγω της συμμετοχής στην ΟΝΕ που αποκλείει την υποτίμηση του νομίσματος και αναγκαστικά μεγεθύνει την πίεση στην εργασία.

Πέραν των αλλαγών στην αγορά εργασίας, τα Μνημόνια περιέχουν προβλέψεις για εκτενέστατες παρεμβάσεις στο ευρύτερο θεσμικό πλαίσιο της οικονομίας. Η λογική όπως ήδη εξήγησα, είναι να αρθούν τα υποτιθέμενα προσκόμματα στη λειτουργία των αγορών, ώστε να επέλθει η ανάπτυξη. Πρόκειται για τις ‘μεταρρυθμίσεις’ που ήδη εφαρμόζονται σε σειρά πεδίων καταλυτικής σημασίας για την οικονομική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας. Ακριβώς επειδή αναφέρονται σε διαπιστωμένα προβλήματα της ελληνικής ανάπτυξης, εμφανίζονται ως συνετή και στιβαρή προσπάθεια να διορθωθούν τα κακώς κείμενα. 

Οι τεχνοκράτες της τρόικα έχουν διαπιστώσει τη διαφθορά του ελληνικού κράτους και θέλουν να την περιορίσουν. Αντιλήφθηκαν τη φοροσυλλεκτική του αδυναμία και προσπαθούν να διευρύνουν τη φορολογική βάση, ώστε να περιληφθούν στρώματα που φοροδιαφεύγουν. Παράλληλα, θέλουν να πετύχουν και την περικοπή των κρατικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ. Ο στόχος είναι να διευκολυνθεί η σμίκρυνση του κράτους, με μείωση των δημοσίων υπαλλήλων και ιδιωτικοποιήσεις που θα μειώσουν και το δημόσιο χρέος. Ο στόχος είναι το μικρότερο πλέον κράτος να μπορεί να χρηματοδοτείται χωρίς να αυξάνει τον όγκο χρέους και κυρίως να πάψει να λειτουργεί ως πρόσκομμα στις αγορές και την ιδιωτική πρωτοβουλία. 

Παρόμοιος είναι και ο στόχος της τρόικα σχετικά με την απάλειψη των επιδοτήσεων σε διάφορα αγαθά, όπως η εξίσωση του πετρελαίου θέρμανσης με το πετρέλαιο κίνησης. Το σκληρό αυτό μέτρο υποτίθεται ότι θα άρει τα προσκόμματα στη λειτουργία της αγοράς καυσίμων και άρα θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα στην οικονομία και την κοινωνία. Το ΔΝΤ έχει λάβει τέτοια μέτρα σε σειρά αναπτυσσομένων χωρών ανεβάζοντας, για παράδειγμα, το κόστος της μαγειρικής κηροζίνης, μέτρο που έπληξε σκληρά τα φτωχότερα στρώματα. 

Ίδια είναι και η λογική των υπόλοιπων ‘μεταρρυθμίσεων’.

Το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων υποτίθεται ότι θα άρει τις παραμορφώσεις σε μια σειρά αγορών και άρα θα αυξήσει την αποτελεσματικότητα της οικονομίας συνολικά. 

Η βίαιη αναπροσαρμογή του χώρου της υγείας υποτίθεται ότι θα απαλείψει τις προσόδους, θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό και άρα θα επιτρέψει τη διαμόρφωση τιμών φαρμάκων και υπηρεσιών υγείας στη βάση της προσφοράς και της ζήτησης, με ευεργετικά αποτελέσματα για την οικονομία συνολικά. 

Η αναδιάρθρωση της παιδείας υποτίθεται ότι θα εξοικονομήσει πόρους, εξαλείφοντας πανεπιστημιακά και άλλα τμήματα που είναι αναποτελεσματικά.

Οι αλλαγές στο χώρο της δικαιοσύνης υποτίθεται ότι θα βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα και θα περιορίσουν τη διαφθορά, δημιουργώντας φερέγγυο νομικό πλαίσιο εντός του οποίου θα λειτουργήσουν αποτελεσματικότερα οι αγορές.  

Στη βάση αυτών των ‘μεταρρυθμίσεων’ και ακολουθώντας τη λογική της ‘Συναίνεσης της Ουάσινγκτον’, η Ελλάδα θα περάσει σε ενάρετη ανάπτυξη στο μέλλον, την οποία το ΔΝΤ εκτιμά στο χαμηλό ποσοστό του 2.8% ετησίως μέχρι το 2020 και ακόμη χαμηλότερο μετά. 


Η ιστορική αποτυχία της ‘Συναίνεσης της Ουάσινγκτον’

Αυτή η αντίληψη για την ανάπτυξη, παρά την κυρίαρχη θέση που έχει στο ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, αλλά και την ΕΕ, είναι παντελώς ανυπόληπτη στις αναπτυσσόμενες χώρες που έχουν βιώσει τα αποτελέσματά της για τρεις δεκαετίες. Υπάρχει σχετική ομοφωνία στις αναπτυσσόμενες χώρες: να αποφεύγετε πάση θυσία τις συνταγές των διεθνών οργανισμών και μην επιτρέπετε στους τεχνοκράτες να καθορίζουν την οικονομική σας πολιτική, εάν θέλετε να έχετε ανάπτυξη. 

Η ‘Συναίνεση της Ουάσινγκτον’ δεν είναι παρά ένα ιδεολόγημα, προϊόν της νεοφιλελεύθερης στροφής των τελευταίων δεκαετιών. Η δυναμική καπιταλιστική ανάπτυξη δεν ξεκινάει από την απάλειψη των υποτιθέμενων στρεβλώσεων των αγορών. Απεναντίας, απαιτεί:
ευλύγιστη κρατική παρέμβαση,

έλεγχο των αγορών και 

στήριξη των επενδύσεων. 

Η περίπτωση της Κίνας αποτελεί το εντυπωσιακότερο και πλέον πειστικό παράδειγμα. Η κινεζική ανάπτυξη αναμφίβολα πάτησε στο χαμηλό κόστος εργασίας, αλλά οι πραγματικοί μισθοί ανέβηκαν σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η λεγόμενη ‘κινεζοποίηση’ είναι όρος κενός περιεχομένου και κακώς τον επαναλαμβάνουν οι επικριτές των Μνημονίων. 

Δεν υπάρχει ανάπτυξη που να δημιουργείται επειδή οι υψηλοί μισθοί ωθούνται συστηματικά προς τα κάτω. Το μόνο που προκύπτει έτσι είναι μόνιμη φτώχεια και οικονομική δυστοκία. Ο κινεζικός καπιταλισμός επωφελήθηκε από τους χαμηλούς μισθούς, αλλά η εντυπωσιακή του ανάπτυξη οφείλεται κυρίως στην τεράστια εγχώρια επένδυση και στη συστηματική πρόσκτηση τεχνολογίας από το εξωτερικό. 

Οι δύο αυτοί παράγοντες θα ήταν ανύπαρκτοι χωρίς την εντονότατη παρουσία του κράτους, συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων τραπεζών και παραγωγικών μονάδων. Το κράτος είναι ο μοχλός της κινεζικής καπιταλιστικής ανάπτυξης και κυρίως η παρουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος, ενός γιγαντιαίου μηχανισμού 70 εκατομμυρίων ανθρώπων που κατευθύνει την πορεία της οικονομίας. Στην Κίνα δεν υπάρχει καθαρό ιδιοκτησιακό καθεστώς στην αγροτική και αστική γη, η διαφθορά οργιάζει, η κρατική παρέμβαση είναι εκτενέστατη, η δικαιοσύνη είναι ελεγχόμενη και η ανώτατη παιδεία χαμηλού επιπέδου, αλλά παρ’ όλα αυτά η ανάπτυξη παραμένει κοντά στο 10% ετησίως για δεκαετίες.

Αναπόφευκτα ερωτήματα 

Το παράδειγμα της Κίνας δείχνει ότι η λογική της ‘Συναίνεσης της Ουάσινγκτον’ είναι άκρως απίθανο να οδηγήσει σε ταχύρρυθμη ανάπτυξη. Δεν προκύπτει δυναμική ανάπτυξη από την απορρύθμιση των αγορών, τη σμίκρυνση του δημόσιου τομέα και την άρση των υποτιθέμενων «προσκομμάτων» στη λειτουργία των αγορών. 

Για να το θέσω αλλιώς, στην Ελλάδα σήμερα:

Δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος να προσβλέπει κανείς σε δυναμική ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων σε βάθος χρόνου, καθώς μάλιστα οι δημόσιες επενδύσεις έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα την τελευταία τριετία. 

Δεν διαφαίνονται μηχανισμοί οι οποίοι θα εξασφαλίσουν τη συστηματική βελτίωση της τεχνολογίας, δεδομένου ότι οι σχετικοί δημόσιοι θεσμοί, που έτσι κι αλλιώς δεν ήταν ισχυροί, αποδιοργανώνονται. 

Δεν μπορούμε καν να περιμένουμε απάλειψη της διαφθοράς και ‘αναζήτησης προσόδου’, όταν οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων συντρίβονται και η κομματοκρατία παραμένει ανέγγιχτη. 

Τα ερωτήματα που συνεπώς τίθενται είναι πολλά:

Πως η ‘ιδιωτική πρωτοβουλία’ θα δημιουργήσει από μόνη της αποτελεσματικότερο τομέα υπηρεσιών, με έφεση στις εξαγωγές; 

Πως θα κατορθώσουν οι ΄δημιουργοί του πλούτου’ να αναγεννήσουν τον δευτερογενή τομέα, μετά την καταρράκωση των τελευταίων χρόνων, ώστε να ανέβει το σχετικό του βάρος στην οικονομία; 

Πως θα τονωθεί ο παραγωγικός ιστός χωρίς συστηματική στήριξη από το πιστωτικό σύστημα και χωρίς προβλέψιμο και βιώσιμο πλαίσιο δημόσιας παρέμβασης; 

Πως θα επιτευχθεί ταχύρρυθμη ανάπτυξη του αγροτικού τομέα, όταν το ευρώ λειτουργεί ως εμπόδιο για τις εξαγωγές εκτός ΕΕ, βάλλεται η αγροτική πίστωση και οι κρατικοί θεσμοί που μπορούν να συνδράμουν την παραγωγή αποσυντίθενται; 

Πως θα αλλάξει η αναπτυξιακή πορεία της χώρας προς το καλύτερο, όταν το μόνο για το οποίο υπάρχει πρόβλεψη είναι να αρθούν τα υποτιθέμενα προσκόμματα στην λειτουργία των αγορών και να καταβαραθρωθούν οι μισθοί;

Η πολιτική της τρόικα οδηγεί σε αδιέξοδο και μαρασμό. Το πιθανότερο είναι ότι, όταν σταματήσει η κατακλυσμιαία συρρίκνωση που έχει προκαλέσει η σταθεροποίηση, θα έχουμε χαμηλή και ασταθή ανάπτυξη για χρόνια. 

Η αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας θα γίνει στα τυφλά, υπό την πίεση της τρόικα και των δανειστών μας. Θα συντριβεί η μισθωτή εργασία, θα αποδεκατιστούν οι μικρομεσαίοι και αυτοαπασχολούμενοι και θα ωφεληθεί το μεγάλο κεφάλαιο, χωρίς όμως να προκύψουν συνολικές δομές που θα είναι αποτελεσματικότερες στην παγκόσμια αγορά. 

Υπάρχει άλλος δρόμος ανάπτυξης; Η απάντηση είναι ναι, υπάρχει.

Και θα επανέλθω τις επόμενες μέρες.