Την Κυριακή 9 Νοεμβρίου θα διεξαχθεί η ημερίδα "Χρέος και Τράπεζες" στο Πάντειο, η οποία διοργανώνεται από συλλογικότητες της Αριστεράς. Στόχος της είναι η συμμετοχή ευρύτερων δυνάμεων και κοινωνικών φορέων που θα συζητήσουν ανοιχτά τα δύο αυτά καίρια θέματα, καθώς υπάρχει έντονη ανάγκη για πειστικές ριζοσπαστικές θέσεις. Κατά τη διάρκεια της ημερίδας θα παρουσιαστούν σχετικές επιστημονικές εργασίες, αλλά ο κύριος κορμός της θα είναι ο διάλογος με τους παρευρισκόμενους τόσο στο οικονομικό όσο και στο πολιτικό σκέλος των δύο θεμάτων. Με αφορμή τη δράση αυτή αναρτάται και το παρακάτω κείμενο ειδικά για το δημόσιο χρέος.
Στο τέλος του 2013 το ύψος του ελληνικού δημόσιου χρέους ήταν (στρογγυλεύοντας) 320δις, από τα οποία τα 65δις ήταν στα χέρια ιδιωτών, με μέσο επιτόκιο περίπου 4,4% και άλλα 65δις κατείχαν η ΕΚΤ και το ΔΝΤ, με σχεδόν το ίδιο μέσο επιτόκιο. Τα υπόλοιπα 190δις ήταν στην κατοχή της ΕΕ και του ΕΤΧΣ (διμερή και μνημονιακά δάνεια), με μέσο επιτόκιο ίσως κοντά στο 1%. Οι ετήσιοι τόκοι στο σύνολο ανέρχονταν στα 8-9δις.
Το ΔΝΤ επισήμως πιστεύει ότι αυτό το χρέος είναι βιώσιμο, αρκεί να ικανοποιηθούν ορισμένοι όροι. Συγκεκριμένα, αν το διάστημα 2015-19 η Ελλάδα αναπτυχθεί με μέσο ρυθμό 3,4%, ο ετήσιος πληθωρισμός είναι περίπου 1,1%, τα μέσα επιτόκια παραμείνουν τα ίδια και οι ιδιωτικοποιήσεις αποφέρουν ετήσια έσοδα της τάξης του 1,4% του ΑΕΠ, τότε το δημόσιο χρέος είναι βιώσιμο. Με την επιπλέον προϋπόθεση φυσικά ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να ζει με σκληρή λιτότητα παρουσιάζοντας πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 4,1% κατ’ έτος. Αν συμβούν όλα αυτά, το ελληνικό χρέος θα μειωθεί παράλληλα από 175% του ΑΕΠ το 2013 σε 135% το 2019.
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι οι όροι του ΔΝΤ έχουν ελάχιστες πιθανότητες να ικανοποιηθούν. Πως θα πετύχει τόσο υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης η χώρα σε περιβάλλον διεθνούς οικονομικής δυσπραγίας; Πως θα υπάρξει πληθωρισμός 1,1%, όταν ήδη έχουμε περάσει σε αποπληθωρισμό – πτώση των τιμών – περίπου 1% το 2014; Ο αποπληθωρισμός είναι εξαιρετικά επίμονο φαινόμενο που φυσικά κάνει το χρέος ακόμη επαχθέστερο. Πως θα υπάρξουν ετήσια έσοδα 1,4% του ΑΕΠ (δηλαδή περίπου 2,5δις!) από τις ιδιωτικοποιήσεις, όταν τον στόχο αυτό δεν τον έχει καν πλησιάσει η χώρα το 2011-14; Πως θα αντέξει, τέλος, ο ελληνικός λαός πρωτογενή πλεονάσματα (δηλαδή αφόρητη λιτότητα) 4,1% για άλλα πέντε χρόνια, όταν η κοινωνία είναι ήδη σε κατάσταση διάλυσης;
Ο υπολογισμός του ΔΝΤ είναι ανεδαφικός και για αυτό επισφαλέστατος. Αν πάρουμε μια πιο ρεαλιστική περίπτωση, όπου για το 2015 – 19 η ανάπτυξη της Ελλάδας θα είναι 2,5% κατ’ έτος (δηλαδή όσος ήταν ο μέσος όρος της μεταπολεμικής περιόδου), τα επιτόκια θα μείνουν ως έχουν, αλλά ο πληθωρισμός θα κινηθεί στο -0,4% και οι ιδιωτικοποιήσεις θα αποφέρουν 0,4% του ΑΕΠ (δηλαδή και για τα δύο μεγέθη ο μέσος όρος του 2011-13), τότε για να εξυπηρετείται το χρέος και για να μειωθεί στο 135% του ΑΕΠ μέχρι το 2019, θα πρέπει τα δημοσιονομικά πλεονάσματα να κινηθούν γύρω στο 10% του ΑΕΠ!
Ακριβώς αυτό είναι το νόημα του μη βιώσιμου χρέους για την Ελλάδα. Ακόμη και με τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις του ΔΝΤ, η δημοσιονομική πολιτική που θα απαιτηθεί για την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση του χρέους είναι εξαιρετικά σφιχτή και δύσκολη. Με μια μικρή και ρεαλιστική αλλαγή των εκτιμήσεων, η απαιτούμενη δημοσιονομική πολιτική γίνεται απολύτως εξωπραγματική.
Μπορεί το πρόβλημα να λυθεί με ‘ήπιους’ τρόπους, όπως η επιμήκυνση, ή η μείωση των επιτοκίων; Η απάντηση είναι ένα ξεκάθαρο όχι. Η επιμήκυνση στα 50, ή ακόμη και στα 70 χρόνια θα μειώσει φυσικά την καθαρή παρούσα αξία του χρέους και θα ελαφρύνει την πίεση χρηματοδότησης των χρεολυσίων, αλλά δεν θα επηρεάσει σημαντικά τους τόκους, οι οποίοι είναι και το καθοριστικό στοιχείο για τη διαμόρφωση δημοσιονομικής πολιτικής. Κοινώς, δεν πρόκειται να υπάρξει άρση της λιτότητας μέσω της επιμήκυνσης, ούτε και θα ανασάνει σημαντικά η οικονομία.
Η μείωση των επιτοκίων, από την άλλη, για να έχει ένα σημαντικό μέγεθος – ας πούμε, συνολικά 1% - απαιτεί να πέσουν δραστικά τα επιτόκια της ΕΚΤ και του ΔΝΤ και να μειωθούν κι άλλο τα ήδη πολύ χαμηλά επιτόκια του ΕΤΧΣ. Ακόμη όμως κι αν επιτευχθεί η εξαιρετικά δύσκολη αυτή μείωση, το αποτέλεσμα στο χρέος θα είναι πολύ περιορισμένο. Η ελάφρυνση ως προς το ΑΕΠ θα είναι της τάξης του 10% μέχρι το 2019, ενώ το δημοσιονομικό όφελος θα είναι περίπου 2-3δις κατ’ έτος. Πρόκειται για ημίμετρα σε μια οικονομία στην κατάσταση της ελληνικής.
Η Ελλάδα είναι καταδικασμένη σε μακροχρόνια οικονομική δυσανεξία και συνεχή λιτότητα όσο το χρέος της θα αντιμετωπίζεται με τέτοιους τρόπους. Το επιχείρημα ότι η ανάπτυξη και το ξεπέρασμα της κρίσης θα έρθει από τις περιβόητες ‘μεταρρυθμίσεις’ αντιπροσωπεύει την εγκατάλειψη της λογικής και την εναπόθεση των ελπίδων στον Μεγαλοδύναμο. Η χώρα χρειάζεται βαθιά διαγραφή και συνακόλουθη άρση της λιτότητας με στόχο την επανεκκίνηση της οικονομίας. Αυτή και μόνο αυτή μπορεί να είναι η βάση για τις ριζικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, ώστε να περάσουμε σε φάση υγιούς ανάπτυξης υπέρ της κοινωνίας συνολικά.
Πως όμως θα επιτευχθεί η βαθιά διαγραφή και η ουσιαστική άρση της λιτότητας δεδομένου ότι 255δις του χρέους είναι στα χέρια της ΕΚΤ, του ΔΝΤ, του ΕΤΧΣ και της ΕΕ; Είναι δυνατόν να υπάρξει συναινετική διαγραφή, όταν οι ζημίες θα επιβαρύνουν αμέσως τους δημόσιους φορείς της ΕΕ και του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος; Και γιατί να δεχθούν συναινετική διαγραφή του ελληνικού χρέους οι χώρες της περιφέρειας της ΟΝΕ, χωρίς να την απαιτήσουν και για τον εαυτό τους; Αλλά πως θα δεχθούν η Γερμανία και οι άλλες χώρες του κέντρου γενική διαγραφή του χρέους της περιφέρειας, αφού θα σημαίνει αποδοχή μεγάλων ζημιών από την πλευρά τους;
Είναι προφανές ότι η συναινετική διαγραφή του χρέους είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο για την Ελλάδα. Εξίσου προφανές είναι ότι η χώρα δεν μπορεί να περιμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα, ή έως ότου αναγκαστεί να λάβει κάποια απόφαση η ΕΕ για το χρέος συνολικά, γιατί η οικονομία και η κοινωνία της είναι σε οριακό σημείο. Η πίεση είναι ήδη αφόρητη. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, μια ριζοσπαστική κυβέρνηση θα είναι αναγκασμένη να εξετάσει την προοπτική μονομερών ενεργειών και της επιβολής λύσης με κυρίαρχο τρόπο. Αυτό ακριβώς το ζήτημα θα συζητηθεί με λεπτομέρεια την Κυριακή 9 Νοεμβρίου.